Πριν ακόμα ξεκινήσω είχα ξεκάθαρο το λόγο που ήθελα να πάω. Δεν ήταν ένα ταξίδι για να χαθώ στις ομορφιές των Βαλκανίων. Για όποιον επιθυμεί κάτι τέτοιο υπάρχει το αντίστοιχο ταξίδι. Πήγα στο endurance για να μετρήσω τις δικές μου δυνάμεις τώρα που πλέον πέρασα τα πενήντα, αλλά και τις δυνάμεις του boxer.
Ο υπαρξισμός πιστεύει ότι το πιο φανερό είδος ανυπαρξίας είναι ο θάνατος. Και όταν μιλά για θάνατο δεν εννοεί μόνο το αυτονόητο, τον φυσικό θάνατο. Μιλά και για μια άλλη μορφή θανάτου, αυτή της άγνοιας του εαυτού, της καθολικής συμμόρφωσης από τον περίγυρο και τις κοινωνικές νόρμες. Μιλά για την απώλεια της μοναδικότητας του, της ατομικότητας του ανθρώπου.
Εκεί έρχεται και κολλά μια δεύτερη αρχή του υπαρξισμού, που λέει ότι ο κάθε άνθρωπος που δεν είναι διανοητικά ανάπηρος, είναι υπεύθυνος για τις πράξεις του και έχει ελευθερία επιλογής. Και κάθε επιλογή, αποκλείει μια άλλη επιλογή.
Ως ελεύθερος άνθρωπος λοιπόν επέλεξα να αφήσω στην άκρη τις κοινωνικές νόρμες του πως πρέπει να είναι ένας πενηντάχρονος. Επέλεξα να είμαι συμβατός με το κάλεσμα της ψυχής μου, καθώς από εμπειρία πλέον, τόσο προσωπική, όσο και επαγγελματική, τα προβλήματα ξεκινούν όταν υπάρχει ασυμφωνία ανάμεσα σε αυτό που είμαι και αυτό που μου επιβάλλω να είμαι.
Στιγμή δεν μετάνιωσα για την απόφαση μου αυτή. Οδήγησα, γέλασα, γνώρισα ανθρώπους, έψαξα τα όρια μου, με φρόντισαν και φρόντισα άλλους, μοιράστηκα το νερό μου και τη μπάρα μου, ξαναντάμωσα παλιούς συνοδοιπόρους.
Κι ότι απόμεινε, δυο λάστιχα λιωμένα, δυο ζευγάρια τακάκια φαγωμένα και ένα μπλουζάκι ξεβαμμένο από τη βροχή. Μικρό το τίμημα για την εμπειρία, τη συμφωνία, για τη γεμάτη ψυχή.
Συνταξιδιώτες, χαρά μου που το μοιράστηκα μαζί σας.
Εις το επανειδείν!
ΥΓ.
Τα λιωμένα μου λάστιχα δεν θα έβγαζαν την επιστροφή. Ένα τηλεφώνημα (ευχαριστώ Σταύρο) και ένα ζευγάρι ολοκαίνουρια DUNLOP με περίμεναν στη Λάρισα. Και επειδή σκέφτηκα πως αμαρτία θα ήταν να τα στρώσω στην εθνική πήρα τον άλλο δρόμο από Φάρσαλα, Δομοκό για Αθήνα. Ανέβηκα και κατέβηκα και ξανανέβηκα τον Μπράλο, έστριψα και ξαναέστριψα, να στρωθούνε καλά βρε αδερφέ, μην μείνουν τώρα με τα μπιμπίκια και γύρισα στο σπίτι αργά το βράδυ της Δευτέρας. Ευλογία!