«Τριήμερο μπροστά μου» σκέφτηκα «Για να δούμε τι χρειάζομαι».
Τρία βιβλία ή τέσσερα; Τέσσερα γιατί τα δύο είναι μικρά. Το μαξιλάρι μου και επειδή ήταν αρχές του χειμώνα δύο ζευγάρια παπούτσια ένα τύπου γόβα, παντοφλίτσες χνουδωτές, τρία χοντρά πουλόβερ, ένα αδιάβροχο με κουκούλα και ε ν ν ο ε ί τ α ι τον υπολογιστή μου, δύο φορτιστές, ένα ακόμη μπουφάν, όταν βγάλω αυτό της μηχανής και ένα ακόμη για ώρα ανάγκης , τρία χοντρά καλτσόν, γάντια, εσώρουχα από πέντε, σαμπουάν, μαλακτικό, κρέμα ημέρας, νύχτας, serum, δύο προϊόντα για μετά το λούσιμο, τις βιταμίνες μου, οδοντόκρεμα, οδοντόβουρτσα, οδοντικό νήμα, χάρτης, τηλέφωνο, φωτογραφική μηχανή, ένα μίνι φαρμακείο με τα απαραίτητα, όπως στικ αμμωνίας, κάτι για τον πονοκέφαλο, κάτι για το στομάχι, αλοιφή για εγκαύματα, κορτιζόνη, γαζούλες, σπρέι πάγου και θερμαντική κρέμα…και ήμουν σίγουρη ότι κάτι είχα ξεχάσει.
Επίσης είχα πάρει ένα μεγάλο μπουκάλι νερό, φρούτα για δεκατιανό, παστέλι, ξηρούς καρπούς, ένα θερμός με καφέ, τρία σάντουιτς και λίγες καραμέλες. Ξέχασα να αναφέρω ότι ο προορισμός μας ήταν το μακρινό Λουτράκι, όπου για να φτάσουμε εκεί χρειάστηκα τρεις στάσεις καθώς πιανόμουν.
Το ταξίδι γινόταν με ένα κατακόκκινο αλήτικο Suzuki Bandit. Στον άπειρο από σέλα γλουτιαίο μου , αυτή η μηχανή φάνταζε απλά… άβολη. 