Πολλοί άνθρωποι συνδέουν τη μοτοσυκλέτα με δύο καταστάσεις, αυτή της ευκολίας ελιγμών στο μποτιλιάρισμα της πόλης και κάποιοι με το ρίσκο που εμπεριέχει η οδήγηση της. Οι άνθρωποι αυτοί είτε αποφεύγουν οτιδήποτε σχετίζεται με δύο τροχούς όπως ο διάολος το λιβάνι, είτε τη θεωρούν «αναγκαίο κακό» γιατί βαρέθηκαν να περνά η ζωή τους μέσα σε ένα μποτιλιαρισμένο αυτοκίνητο.
Για ένα μοτοσικλετιστή όμως, η οδήγηση της μοτοσυκλέτας είναι μια εμπειρία που δεν έχει καμιά σχέση με τη μετακίνηση ή το ρίσκο. Ή τουλάχιστον, δεν σχετίζεται μόνο με αυτά. Για ένα μοτοσικλετιστή η οδήγηση της μοτοσυκλέτας είναι συνυφασμένη με τη χαρά, το παιχνίδι, μα πάνω απ’ όλα, την ελευθερία. Ο ανοιχτός δρόμος, η γραμμή του ορίζοντα, ο αέρας στο πρόσωπο, το ταξίδι και η γνωριμία με νέους τόπους και ανθρώπους, η αίσθηση της ελευθερίας, είναι μόνο μερικές από τις απαντήσεις που ένας εραστής των δύο τροχών θα δώσει για να αιτιολογήσει τη σχέση του με τη μοτοσυκλέτα.
‘Άλλοι πάλι άνθρωποι που ακολουθούν ένα πνευματικό δρόμο, αναφέρονται στη μοτοσυκλέτα ως μια μορφή διαλογισμού, καθώς η οδήγηση της απαιτεί τη χρήση όλων των αισθήσεων και την εστίαση σε μία μόνο δεξιότητα, την οδήγηση της. Για εμένα, ως σύμβουλο ψυχικής υγείας είναι και μια μορφή θεραπείας, καθώς η οδήγηση της μου παρέχει την απαραίτητη συναισθηματική απόσταση που η ψυχή μου έχει μερικές φορές ανάγκη, για να αποφορτιστώ και να έχω μια πιο καθαρή ματιά σε ότι με προβληματίζει.
Κοινός παρονομαστής όλων αυτών των περιγραφών είναι ότι ο μοτοσικλετιστής είναι με κάποιο τρόπο πνευματικά συνδεδεμένος με τη μοτοσυκλέτα του και αναζητά σε κάθε ευκαιρία να βρεθεί στη σέλα της και να χαθεί στον ανοιχτό δρόμο.