Video – Νότια Ιταλία Απρίλιος 2019
30 Απριλίου, 2019Video – Ροδόπη, 11 Μαίου 2019
15 Μαΐου, 2019Endurance
Το βουνό είναι το βουνό και εμείς είμαστε οι άνθρωποι που πάμε σε αυτό
Είναι κοινό μυστικό ότι λατρεύω να οδηγώ τη μηχανή μου. Είτε πρόκειται για ένα Σ/Κ στη Θεσσαλονίκη, είτε για δεκαπέντε μέρες στα βάθη της Τουρκίας , λατρεύω και ανυπομονώ για τη στιγμή που θα ακούσω το γουργουρητό του μπόξερ και θα αντικρύσω τη μαύρη άσφαλτο να χάνεται κάτω από τα πόδια μου. Ακόμα και έπειτα από μια κοπιαστική μέρα στη δουλειά, μια βόλτα με το παπί μου, παραμένει ο αγαπημένος μου τρόπος ώστε να αδειάσω το μυαλό μου.
Η μοτοσυκλέτα ήταν και είναι παρούσα στις πιο σημαντικές στιγμές της ζωής μου. Ως άλλος καβαλάρης, με Light Magnesium / Granite Grey Metallic στη συγκεκριμένη περίπτωση άλογο, παντρεύτηκα και έφυγα διπλός από το Δημαρχείο, έκαψα το δίσκο της συνοδεύοντας φίλους στην τελευταία τους κατοικία, ακουμπώντας στη σέλα της χάθηκε η ματιά μου σε δειλινά και θάλασσες. Αλλά και οι πιο καθημερινές, προσγειωμένες και «ξενέρωτες» δραστηριότητες, όπως τα ψώνια στο σουπερμάρκετ, έχουν άλλη γεύση με τη μηχανή.
Συσχετίζω την οδήγηση της μηχανής με την εξερεύνηση των προσωπικών μου ορίων. Από παιδί άλλωστε φαινόταν αυτό. Θυμάμαι ακόμα τη μέρα που ο πατέρας μου ήρθε στο χωριό έπειτα από ένα ταξίδι του στην πόλη, κρατώντας στα χέρια του το μπλε ποδήλατο. Γιατί ένα ήταν το μπλε ποδήλατο. Το πρώτο μου ποδήλατο. Τα μάτια μου άνοιξαν διάπλατα στη θέα του. Δεν υπήρχε πιο ευτυχισμένο παιδί στον κόσμο. Το πλησίασα, χάιδεψα τα μέταλλα του που άστραφταν στον καλοκαιρινό ήλιο, ρύθμισα τη σέλα του, το καβάλησα και χάθηκα. Επέστρεψα το βράδυ, ο ήλιος είχε πέσει και αν δεν φοβόμουν τις φωνές της μάνας μου, ακόμα θα οδηγούσα. Μόνο σαν μπήκα στο πλυσταριό για να πλυθώ κατάλαβα ότι τα μαλακά μου μόρια είχαν συγκαεί. Το πρώτο αξεσουάρ που του έβαλα στο ποδήλατο ήταν ένα κοντέρ. Όχι για να βλέπω πόσο γρήγορα πάω, αλλά για να μετρώ πόσο μακριά πάω. Και όσοι με ρώταγαν, «Καλά τι πήγες να κάνεις εκεί που πήγες;» η απάντηση ήταν « Να δω τι είναι εκεί».
Η μοτοσυκλέτα ήταν για μένα το μέσο να εξερευνήσω τα όρια μου. Να όπως χρόνια μετά, που ζούσα στη Χαλκιδική και με κάλεσε ένας φίλος για καφέ στον Πύργο Ηλείας. Καβάλησα το Kawasaki 1000 Replica ( κάποια μέρα θα γράψω και για αυτό) και πήγα να πιω αυτό τον καφέ. Μετ’ επιστροφής. Ή όπως τότε που για μια παρέα από τα παλιά ανέβαινα στη σέλα του CZ 180 και οδηγούσα με 90 σταθερά το Αθήνα – Θεσσαλονίκη, για να τους συναντήσω. Ή όταν με τον Πρόθυμο (SuzukiBandit) έγραφα σε μια βραδιά διακόσια χιλιόμετρα πήγαινε – έλα για να πάρω από εκείνη, ένα φιλί.
Με ρωτούν: « Καλά, τι θα καταλάβεις οδηγώντας όλη τη μέρα και θες να πας στο endurance;» Η απάντηση είναι απλή. Θα πάω γιατί είναι μια ακόμα αφορμή να βγω στο δρόμο. Με παρέα που γουστάρω. Θα πάω για να δοκιμάσω τα όρια και τα δικά μου και του μπόξερ. Θα πάω για να κοιτάξω κατάματα τις υπαρξιακές μου ανησυχίες. Πενήντα δύο ετών εγώ, εκατόν πενήντα δύο χιλιάδες χιλιόμετρα αυτό, πόσο μακριά μπορούμε να πάμε; Θα πάω για να αδειάσει το μυαλό μου από έγνοιες και σπουδές και λογαριασμούς. Για δυο μέρες θα είμαι εστιασμένος στη στροφή, στην αντοχή. Κάτι σαν διαλογισμός για αυτούς που γνωρίζουν.
Θα πάω γιατί είναι μέσα στο αίμα μου να δοκιμάζω και να ξεπερνώ τα όρια μου. Θα πάω και ελπίζω να σε δω εκεί. Να σε γνωρίσω και να μάθω για τα δικά σου ταξίδια και τα δικά σου όρια.